Ηχηρό "παρών" στην εγχώρια αγορά ακινήτων δίνουν ξένες εταιρείες και επενδυτικά funds, σε μία συγκυρία κατά την οποία οι τιμές παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, αλλά η κατάσταση αυτή δεν αναμένεται να διαρκέσει επί μακρόν. Ως εκ τούτου, το "έξυπνο χρήμα" από την αλλοδαπή τοποθετείται στην Ελλάδα και σε κατηγορίες ακινήτων, όπως έργα ανακατασκευής κτιρίων ή greenfield projects με σκοπό την εξασφάλιση σημαντικών αποδόσεων. Στον αντίποδα, το εγχώριο ενδιαφέρον παραμένει αναιμικό, επειδή, παρά τη σχετική βελτίωση των συνθηκών στην οικονομία, το διαθέσιμο προς κατανάλωση εισόδημα παραμένει περιορισμένο. Ως αποτέλεσμα, όπως αναφέρει η ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, οι ξένες επενδύσεις έχουν αυξηθεί, με τις εισροές ξένων κεφαλαίων, κατά το εννεάμηνο του 2019, να είναι αυξημένες σε ποσοστό 55,1%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Η αυξημένη αυτή ζήτηση από το εξωτερικό έχει ως αποτέλεσμα τη συνολικότερη βελτίωση των επενδύσεων σε κατοικίες, οι οποίες, σε επίπεδο χώρας, ενισχύθηκαν κατά 9,8% το εννεάμηνο του 2019, έναντι 12,5% την αντίστοιχη περίοδο του 2018. Ωστόσο, σύμφωνα με την ΤτΕ, προϋπόθεση για τη συνολική ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων είναι η ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης εκ μέρους ιδιωτών και επιχειρήσεων για χρήση και επέκταση σε νέους χώρους και ακίνητα, η οποία εκτιμάται ότι θα πραγματοποιηθεί σταδιακά.

Ποια ακίνητα επιλέγουν

Σύμφωνα με την ΤτΕ, στην αύξηση της ζήτησης κατοικιών έχει συντελέσει το έντονο ενδιαφέρον για στοχευμένες κατοικίες, "οι οποίες, ειδικά μέσω των βραχυχρόνιων μισθώσεων, έχουν αποκτήσει επενδυτικά χαρακτηριστικά και προσφέρουν αποδόσεις κοντά στα επίπεδα των επαγγελματικών χρήσεων". Πρόκειται, δηλαδή, κατά βάση, για κατοικίες που διατίθενται μέσω Airbnb και βρίσκονται σε μεγάλα αστικά κέντρα και τουριστικούς προορισμούς. Η σημαντική αυτή ζήτηση αποτυπώνεται στους σημαντικά υψηλούς ρυθμούς αύξησης του αριθμού και του όγκου των νέων οικοδομικών αδειών της Αττικής κατά το οκτάμηνο του 2019 (74,6% και 50,1% αντίστοιχα έναντι της ίδιας περιόδου του 2018), όπως και στις ζητούμενες τιμές που έχουν ενισχυθεί μέχρι και σε ποσοστό 20%, σε ορισμένες περιπτώσεις.

Αύξηση ζήτησης, ως επί το πλείστον από το εξωτερικό, εντοπίζεται και στα επαγγελματικά ακίνητα, με τις τιμές σε γραφεία και καταστήματα να έχουν ενισχυθεί. Οι επενδυτές αναζητούν ακίνητα εισοδήματος, ενώ πραγματοποιούν συναλλαγές με αποδόσεις που συχνά προσεγγίζουν τα επίπεδα του υψηλότερου σημείου του κύκλου της αγοράς πριν από την έναρξη της κρίσης (περίοδος 2005-2007). Παρ' όλα αυτά, όπως αναφέρει η ΤτΕ, η ζήτηση δεν έχει διαχυθεί στη δευτερεύουσα αγορά, προέρχεται, κατά βάση, από το εξωτερικό και επικεντρώνεται σε ακίνητα εισοδήματος με εξασφαλισμένη μίσθωση και απόδοση.

Ενδεικτικό της μειωμένης εγχώριας ζήτησης είναι το γεγονός ότι για νέα γραφεία τόσο ο αριθμός των αδειών όσο και ο όγκος οικοδομικής δραστηριότητας υποχώρησε σε ποσοστό 37,1% και 25,7%, αντίστοιχα, κατά το οκτάμηνο του 2019 έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2018. Για εμπορικά καταστήματα ο αριθμός των αδειών και ο όγκος υποχώρησαν σε ποσοστό 15,4% και 23,3%, αντίστοιχα.

Υποχώρηση, κατά το οκτάμηνο του 2019, κατέγραψε και η οικοδομική δραστηριότητα στον τομέα των ξενοδοχείων, ύστερα από μια διετή περίοδο ιδιαίτερα υψηλών θετικών ρυθμών. Ωστόσο, όπως αναφέρει η ΤτΕ, δεν υφίστανται ενδείξεις κορεσμού της αγοράς και λαμβάνοντας υπόψη τη συνεχιζόμενη θετική πορεία του τουρισμού, εκτιμάται ότι η υποχώρηση της οικοδομικής δραστηριότητας αποτελεί προσωρινή διόρθωση.

Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρουν οι αναλυτές της ΤτΕ, η ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης για κατοικία αλλά και νέους επαγγελματικούς χώρους θα εξαρτηθεί από τους ρυθμούς ανάπτυξης και τη βελτίωση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, την υλοποίηση παρεμβάσεων που θα διευκολύνουν και θα στηρίξουν την επιχειρηματικότητα, καθώς και από την περαιτέρω ενίσχυση της απασχόλησης και του διαθέσιμου εισοδήματος.

Οι ξένοι επενδυτές

Την παρουσία της στην ελληνική αγορά ακινήτων ισχυροποιεί και η αμερικανική επενδυτική εταιρεία Hines, με επικεφαλής τους Πολ Γομόπουλο και Ανδρέα Καψάλη. Τους τελευταίους 12 μήνες, με αφετηρία τον χειμώνα του 2018, η Hines υλοποίησε τις περισσότερες επενδύσεις από το 2017, έτος κατά το οποίο αγόρασε το ξενοδοχείο Athens Ledra Hotel (νυν Ledra Marriott) προς 33 εκατ. ευρώ. Τον τελευταίο έναν χρόνο, στην κυριότητα της εταιρείας έχει περάσει, προς περίπου 7 εκατ. ευρώ, η έκταση της πρώην κλωστοϋφαντουργίας Μουζάκη επί της Λεωφόρου Κηφισού και της οδού Ηρούς, όπου η Άκτωρ θα κατασκευάσει ένα καινούργιο κατάστημα της γαλλικής αλυσίδας ιδιοκατασκευών Leroy Merlin. Ακόμη, η εταιρεία αγόρασε από την Pasal το εμπορικό κέντρο Athens Heart, το οποίο, με ορίζοντα την άνοιξη του 2021, θα μετατραπεί σε premium εκπτωτικό κέντρο 22.000 τ.μ. με την επωνυμία Gazi Outlet, διαθέτοντας κινηματογραφικές αίθουσες και ισχυρές επωνυμίες ένδυσης και υπόδησης.

Ένα ακόμη "στοιχειωμένο" οικόπεδο, όπου η ισραηλινή Plaza Centers σχεδίαζε την κατασκευή εμπορικού κέντρου, συνολικού εμβαδού 37.000 τετραγωνικών τ.μ., άλλαξε χέρια. Πρόκειται για οικόπεδο 15 στρεμμάτων στη συμβολή της οδού Πειραιώς και της Λεωφόρου Κηφισού στο ύψος του Νέου Φαλήρου, όπου βρισκόταν, έως το 1997, η έδρα της Βιομηχανίας Συσκευασιών Α.Ε. (ΒΙΣ) και απέκτησε η εταιρεία Ten Brinke Ελλάς, που αποτελεί τη θυγατρική του ομώνυμου ολλανδικού ομίλου. Την έκταση αγόρασε η εταιρεία, με επικεφαλής τον Φώτη Γιόφτσιο, προς 1,05 εκατ. ευρώ, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι στην έκταση θα αναπτυχθεί υπεραγορά λιανικής.

Τη θέση του στην ελληνική αγορά ακινήτων "κλειδώνει" και το ισραηλινών συμφερόντων επενδυτικό fund Zoia, το οποίο, με γενικό διευθυντή τον Σάγκι Ρούμπιν, έχει αποκτήσει περισσότερα από 35 κτίρια στο κέντρο της Αθήνας. Η εταιρεία προχωρεί στην ανακαίνιση και επανάχρηση κενών κτιρίων, με το επενδυτικό πλάνο της να προβλέπει τη διάθεση προς ενοικίαση ή πώληση των ακινήτων, ως επί το πλείστον, σε Έλληνες. Όπως, εξάλλου, ανέφερε, ο Ρούμπιν, σε πρόσφατο συνέδριο, το Zoia δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στις συνοικίες του κέντρου της Αθήνας, έχοντας αποκτήσει κτίρια, μεταξύ άλλων, στο Κολωνάκι, τα Εξάρχεια, το Κουκάκι, την Καλλιθέα, την Καστέλλα και τον Πειραιά.

Μία ακόμη, ισραηλινών συμφερόντων εταιρεία, η Brown Hotels, έχει εγκαινιάσει την παρουσία της στην ελληνική ξενοδοχειακή αγορά, με τον ιδρυτή της Leon Avigad να έχει αναφέρει, στο συνέδριο για την αγορά ακινήτων Prodexpo, ότι η Αθήνα αποτελεί το νέο Βερολίνο. Άλλωστε, η Brown Hotels έχει αποκτήσει το ιστορικό ξενοδοχείο Acropol επί της οδού Πειραιώς 1 στην Ομόνοια, το οποίο θα μετονομαστεί σε Brown Acropol. Η εταιρεία έχει προχωρήσει στη μίσθωση και άλλων ακινήτων στο ιστορικό κέντρο, ενώ δρομολογεί νέες επενδύσεις και στη Θεσσαλονίκη. H Brown Hotels, που έχει έδρα στο Τελ Αβίβ, δραστηριοποιείται στην ανάπτυξη ξενοδοχείων εκτός από το Ισραήλ και την Ελλάδα, αλλά και στην Κροατία.

Ισχυρό "παρών" δίνει και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), η οποία αποτελεί σταθερό χρηματοδότη μεγάλων έργων ανάπτυξης ακινήτων στην Ελλάδα. Η EBRD συμμετέχει, σε πρώτη φάση, ως τεχνικός σύμβουλος και στο έργο της κατασκευής των κτιρίων έρευνας και παροχής εξειδικευμένων υπηρεσιών ιατρικής ακριβείας (εξατομικευμένης ιατρικής) του ιδρύματος ιατροβιολογικών ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ).